Μέσα σ’ ένα παλιό γραφείο, η μικρή είχε βρει το μυστικό μελάνι κι ήθελε να γράψει κι αυτή ένα κομμάτι χρόνου. Προσπάθησε να μαντέψει πού ήταν η πένα μα δεν μπορούσε. Έκλεισε, λοιπόν, τα μάτια της και σκέφτηκε τη νύχτα που έγραφαν οι τέσσερεις. Ο καθένας είχε ένα κερί μπροστά του. Δεν κοίταζαν ποιος περπατούσε πίσω τους. Είχαν πάρει την απόφαση να ξαναγράψουν την ιστορία για εκείνη. Πρόσεχε τις κινήσεις τους κι όταν μέτρησε τις πέντε έκανε σιωπή. Τότε θυμήθηκε πού βρίσκονταν οι τέσσερεις πένες. Ξαναπήγε στο γραφείο, έσκυψε κι άνοιξε το δεξί συρτάρι. Το έβγαλε και πάτησε ένα μικρό κουμπί. Έτσι είδε τις τέσσερεις πένες. Περίμεναν την Άννα κι είχε έρθει η ώρα. Θα έγραφε κι αυτή λοιπόν. Κάθισε, άνοιξε το τετράδιο και βούτηξε την πένα στο μυστικό μελάνι κι έγραψε την πρώτη λέξη: MNHMH. Έτσι, άρχισε το μεγάλο παραμύθι... [Ν. Λυγερός]